Το extreme metal διανύει την τέταρτη δεκαετία ζωή του στους κόλπους της σκληρής μουσικής. Αρκετοί συντάκτες, μουσικοί και γενικά άνθρωποι του χώρου, πολύ πιο έμπειροι και καταρτισμένοι από εμένα, έχουν κατά καιρούς γράψει σχετικά με την ιστορία του, τις δαιδαλώδεις διακλαδώσεις του, τους καλλιτέχνες και τα συγκροτήματα/albums που αποτέλεσαν ορόσημα για την εξέλιξη του κλπ. Αυτή η “ακαδημαϊκή” προσέγγιση είναι πολύ χρήσιμη και ενδιαφέρουσα, ειδικά για νεότερους fans όπως εγώ, αλλά νομίζω πως παραβλέπει συχνά κάποιες πτυχές του θέματος. Τι είναι αυτό που παρακίνησε και παρακινεί τόσους ανθρώπους να ασχοληθούν με τα θέματα που συναντάμε σε αυτήν τη μουσική; Σίγουρα το στοιχείο της πρόκλησης και τα ευρύτερα κοινωνικά συμφραζόμενα παίζουν σημαντικό ρόλο σε αυτό αλλά υπάρχει και κάτι άλλο. Η τέχνη του σκοτεινού και του μακάβριου, η παρουσίαση δηλαδή των άβολων, σκοτεινών και συχνά παρεξηγημένων πλευρών του ανθρώπου μέσω της τέχνης είναι μια δημιουργική έκφραση που κρατάει αιώνες. Τοποθετώντας το ακραίο metal σε αυτόν τον καλλιτεχνικό αστερισμό, το παζλ ολοκληρώνεται και παρουσιάζεται η μεγάλη εικόνα.
Γύρω από και σε σύνδεση με τον extreme ήχο υπάρχει μια πληθώρα καλλιτεχνών, από λογοτέχνες και ζωγράφους/σχεδιαστές μέχρι φωτογράφους και tattoo και comic artists, οι οποίοι μέσω της δικής τους τέχνης ο καθένας και η καθεμία, “λατρεύουν” το ίδιο πάνθεον μυθικών και φανταστικών πλασμάτων, τις ίδιες σκοτεινές και άφατες πλευρές του πνεύματος, την ίδια αρχέγονη και ανεξήγητη ρώμη του φυσικού κόσμου. Εμπνέονται από την ίδια μούσα στις διάφορες ενσαρκώσεις της και πάρα πολύ συχνά συναντιούνται στα πλαίσια της μουσικής που αγαπάμε.
Μια τέτοια καλλιτέχνιδα είναι η Βρετανίδα Katie Metcalfe. Συγγραφέας, ποιήτρια, φωτογράφος, blogger και ενθουσιώδης οπαδός του σκληρού και σκοτεινού ήχου, δε μπορεί παρά να είναι μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Στην κουβέντα που είχα μαζί της, μας παρουσιάζει το δύσκολο υπαρξιακό της ταξίδι και το πως κατάφερε να σμιλεύσει το δικό της προσωπικό σκοτάδι, δημιουργώντας αξιοπρόσεκτα έργα τέχνης.
D.P.: Ας ξεκινήσουμε με μια εισαγωγή. Μπορείς να μας πεις μερικά πράγματα για σένα;
K.M.: Είμαι μια 31χρονη λογοτέχνης, εκδότρια και blogger με “βόρειο πυρετό” και έναν άσβεστο ενθουσιασμό για το μακάβριο. Γενικά θεωρούμαι “υπερβολικά περίεργη” από τον περισσότερο κόσμο, πράγμα που δεν με πειράζει καθώς είμαι εσωστρεφής άνθρωπος και λειτουργώ καλύτερα απομονωμένη.
D.P.: Κατάγεσαι από το Middlesbrough της Αγγλίας. Πώς και ζεις και εργάζεσαι στη Σουηδία;
K.M.: Θα σε πάω λίγο πίσω για φανεί ολόκληρη η εικόνα. Γεννήθηκα στο Harrogate του βόρειου Yorkshire και πέρασα τα νηπιακά μου χρόνια ζώντας σε μια αγροικία, σε ένα λιλιπούτειο χωριό με το όνομα Littlehorpe, λίγο έξω από την αρχαία πόλη του Ripon.
Ζήσαμε για αρκετά χρόνια σε ένα χωριό στην άκρη των χερσότοπων του βόρειου Yorkshire και όταν ήμουν έφηβη μετακομίσαμε στη μικρή βιομηχανική πόλη του Billingham, μερικά μίλια μακριά από την πιο γνωστή πόλη του Middlesbrough.
Ο βορράς είναι στο αίμα μου και από τη νεαρή μου ηλικία ήξερα πως η Σκανδιναβία είναι το μέρος που ήθελα να είμαι. Έξι χρονών πιτσιρίκι είχα πάθει εμμονή με την επική ταινία “The Vikings” (1958) του Richard Fleischer και είχα ξετρελαθεί με τα ορεινά, δασώδη τοπία και τα αχανή φιόρδ.
Ο χειμώνας έχει παίξει επίσης ένα ρόλο. Ήταν πάντα η εποχή που ένιωθα πιο ζωντανή και από παιδί ακόμα ανυπομονούσα για τους σκοτεινότερους, μακρύτερους μήνες παγωνιάς του μακρινού βορρά.
Επίσης πήγαινα σε ένα σχολείο Steiner (στμ. σχολεία εναλλακτικής εκπαίδευσης που εφαρμόζουν τη μέθοδο Waldorf) και το αξιακό σύστημα εκεί ήταν αρκετά επηρεασμένο από τη σκανδιναβική κουλτούρα και ζωή. Η τέχνη των Elsa Beskow, John Bauer και Tove Jansson και τα γραπτά της Astrid Lindgren μου άσκησαν μεγάλη επιρροή στην παιδική μου ηλικία.
Έχω ταξιδέψει εκτενώς στη Σκανδιναβία (Δανία, Ισλανδία, Νορβηγία και Σουηδία) και έχω ζήσει στη Νορβηγία για σχεδόν ένα χρόνο. Το να βρίσκομαι σε εκείνα τα μέρη μου φαινόταν πάντα φυσικό.
Το 2015 γνώρισα αναπάντεχα τον Hravn Decmiester από τη σουηδική black metal μπάντα Rimfrost και κατέληξα ευτυχισμένα πέρα από τη νότια θάλασσα, στη Σουηδία. Τώρα περιμένουμε το πρώτο μας παιδί.
D.P.: Ποιήτρια, εκδότρια, συγγραφέας, blogger και άλλα πολλά στο ενδιάμεσο. Πως καταφέρνεις να ισορροπείς όλα αυτά κάνοντάς τα καλά ταυτόχρονα;
K.M.: Για να είμαι ειλικρινής, θα ήθελα να πω πως καταφέρνω να τα ισορροπώ αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα. Όσο για το αν είμαι καλή σε ότι κάνω, δυστυχώς δε γεννήθηκα καλή συγγραφέας. Για την ακρίβεια ήμουν αρκετά χάλια παλιότερα. Αλλά ελπίζω πως η σκληρή, και εννοώ σκληρή, δουλειά, ο χρόνος και οι θυσίες που έκανα για την τέχνη μου το άλλαξαν αυτό και με έκαναν τουλάχιστον αξιοπρεπή σε αυτό που κάνω.
Σχεδόν πάντα έβαζα τη συγγραφική μου καριέρα πρώτη και συχνά παραμελούσα την οικογένειά μου, πράγμα που σήμερα μετανιώνω βαθιά. Αλλά πρέπει να ξέρεις πως το γράψιμο μου έσωσε τη ζωή (περισσότερα γι’αυτό πιο μετά…). Πάντα χρησιμοποιούσα τη δημιουργικότητά μου σαν ένα μέσο για να βρω την ευτυχία και να διαχειριστώ την κακή ψυχική μου υγεία. Έτσι, για το μεγαλύτερο χρόνο της ύπαρξής μου, ένιωθα αναγκαίο να βάζω τη δημιουργικότητα μου πρώτη….αν δεν το έκανα ήμουν ένας απαίσιος άνθρωπος για να έχει κάποιος δίπλα του.
Αλλά τώρα προσπαθώ πολύ να δημιουργήσω μια πιο ισορροπημένη ζωή για εμένα και τους αγαπημένους μου, ειδικά τώρα που έχω μια θετή κόρη και περιμένω παιδί.
Όπως ανέφερα προηγουμένως, είμαι ιδιαίτερα εσωστρεφής και προτιμούσα πάντα την παρέα των βιβλίων, των τετραδίων και των μολυβιών από εκείνη των άλλων ανθρώπων. Προτιμώ να κάθομαι σπίτι και να διαβάζω. Παρ’όλα αυτά, μου αρέσει πάρα πολύ να απαγγέλλω τα ποιήματα μου ζωντανά και δε λέω όχι σε τέτοιες ευκαιρίες μια στο τόσο, ειδικά αν παίζει εκεί και ο άνδρας μου.
Στο να πετυχαίνω αυτά που θέλω, με έχει βοηθήσει πολύ η παρόρμηση μου να φτιάχνω λίστες. Λίστες για το τι θα κάνω μέσα στην ημέρα, την εβδομάδα, το μήνα, το χρόνο. Βρίσκω το να “τικάρω” πράγματα στη λίστα μου το δεύτερο καλύτερο πράγμα μετά τον οργασμό και με κρατάει διανοητικά υγιή. Το ίδιο και οι προθεσμίες. Οι προθεσμίες είναι ζωτικής σημασίας.
Καθώς μεγάλωνα, δε με θεωρούσαν ποτέ σαν κάποια που θα μπορούσε να πάει πολύ μπροστά. Η θέλησή μου να διαψεύσω αυτούς τους ανθρώπους είναι κάτι που συνεχίζει να με ωθεί προς τα εμπρός.
D.P.: Έχεις ένα σημαντικό συγγραφικό έργο πάνω σε ζητήματα ψυχικής υγείας και τις επιπτώσεις τους στα άτομα και την κοινωνία. Τι σε ωθεί στο να μελετάς ψυχολογία;
K.M.: Η ώθηση προέρχεται από το γεγονός πως είμαι ψυχικά άρρωστη και η ίδια. Όταν ήμουν 14 ετών διαγνώστηκα με νευρική ανορεξία και κατάθλιψη. Πήγα από τα 60 κιλά στα 35. Με πήραν από το σχολείο στα 15 μου, όταν μπορούσα να νιώσω την ανάσα του θανάτου και νοσηλεύτηκα σε μια ψυχιατρική πτέρυγα για σχεδόν ένα χρόνο.
Ένα μεγάλο διάστημα της νοσηλείας μου το πέρασα κλινήρης. Έτρωγα, έκανα μπάνιο και κοιμόμουν υπό επιτήρηση. Δεν έμενα ποτέ μόνη μου για πολλή ώρα σε από φόβο μη γυμναστώ η να καταρρεύσω.
Μετά από πέντε μήνες στο κρεβάτι, μου έσκασε ότι δεν ήθελα να είμαι πια άρρωστη. Ήθελα να είμαι μια συγγραφέας με εκδιδόμενα βιβλία περισσότερο από το να είμαι ανορεξική. Ήθελα να χρησιμοποιήσω όλη μου την ενέργεια για να γράφω και να βοηθήσω και άλλους με την ίδια πάθηση. Αλλά ήταν πιο εύκολο να το λες παρά να το κάνεις.
Προσπάθησα να πάρω βάρος. Παρατηρούσα μόνο μια μικρή αύξηση στη ζυγαριά (π.χ. 100 γραμμάρια) και ο ενθουσιασμός μου για να γίνω καλά πήγαινε περίπατο. Ένα από τα λίγα πράγματα που με έπειθε να φάω τα γεύματα μου αντί να τα κρύβω (και το να τα κρύβω ήταν αρκετά σύνηθες τότε) ήταν η απειλή της αναγκαστικής σίτισης.
Καθώς πάλευα με τη φωνή στο κεφάλι μου, άρχισα να στήνω το πρώτο μου βιβλίο με σκοπό να βοηθήσω άλλους ανορεξικούς και τις οικογένειες τους. Το “Ανορεξία: Ένας Ξένος στην Οικογένεια” εκδόθηκε το 2006 μέσω των εκδόσεων Accent Press.
Σήμερα νιώθω άβολα όταν το ξαναδιαβάζω, αλλά το γεγονός πως το γράψιμο του έσωσε εμένα, άλλους ασθενείς και τις οικογένειες τους με βοηθάει να μην πολυσκέφτομαι τις σκέψεις που έβγαιναν από το ταραγμένο μου μυαλό τότε.
Πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο λίγο πριν κλείσω τα 16. Αλλά δεν ήμουν έτοιμη. Η ανορεξία συνέχισε να προκαλεί προβλήματα στη ζωή τη δική μου, των φίλων και της οικογένειας μου μέχρι τα μέσα της τρίτης δεκαετίας της ζωής μου.
Μόλις ξεπέρασα την ανορεξία, διαγνώστηκα με διπολική διαταραχή και ψύχωση αλλά αυτή είναι μια ιστορία για κάποια άλλη φορά. Όλες οι εμπειρίες μου με τη ψυχική υγεία μου δίνουν κουράγιο να συνεχίζω να γράφω και να μιλώ για αυτές. Απεχθάνομαι το στίγμα που ακολουθεί τη ψυχική ασθένεια και θα κάνω πάντα αυτό που μου αναλογεί για να ξεπεραστεί.
Αν κάποιος ενδιαφέρεται, έγραψα πρόσφατα ένα άρθρο για το Thought Catalogue σχετικά με την εμπειρία μου με τη διπολική διαταραχή.
D.P.: Ποιες είναι οι βασικές σου επιρροές ως συγγραφέας, κλασσικές ή άλλες;
K.M.: Θα ήταν αδύνατον να τις γράψω όλες εδώ. Θα μπορούσα αλλά θα ταλαιπωρούσα τους αναγνώστες σας για ώρες. Αν δε σε πειράζει θα προσθέσω μαζί με αυτές και μερικά από τα αγαπημένα μου βιβλία, γιατί μου αρέσει όταν το κάνουν αυτό άλλοι συγγραφείς.
Barry Lopez (Arctic Dreams, Of Wolves And Men), Jack London (White Fang, Call Of The Wild) Jay Griffiths (Wild), Clarissa Pinkola Estes (Women Who Run With The Wolves), Dayal Patterson (Black Metal : Evolution Of The Cult), Julia Cameron (άπαντα) Stephen King (On Writing), Roselle Angwin (Writing The Bright Moment), Michelle Paver (Dark Matter), Neil Astley (επιμελητής των ποιητικών συλλογών Being Alive, Staying Alive, Being Human, Earth Shattering), Gretel Ehrlich (This Cold Heaven), Maya Hornbacher (Wasted), Tove Jansson (άπαντα), Richard Adams, (Watership Down).
D.P.: Έχεις συνεργαστεί με μεγάλα μέσα του extreme metal τύπου όπως το CVLT Nation και το Zero Tolerance Magazine. Ποια είναι η σχέση σου με τη μουσική; Ποια είδη metal ή μπάντες προτιμάς;
K.M.: Θα προσπαθήσω πολύ να μη γράψω κατεβατό…
Η σχέση μου με τη μουσική, όσο cliché και αν ακούγεται, είναι ένα συνεχώς εξελισσόμενο ταξίδι.
Μεγάλωσα με μηχανόβιους γονείς οπότε ήμουν πάντα περιτριγυρισμένη από metal και rock ήχους όπως οι Black Sabbath, οι Motörhead και οι Cranberries. Όμως μου άρεσε και η folk μουσική που έβαζε να παίζει η γιαγιά μου, ειδικά οι Ιρλανδικές και Σκωτσέζικες μπαλάντες. Οι πιο καταθλιπτικές ήταν οι αγαπημένες μου.
Στην αρχή της εφηβείας μου τα βασικά μου ακούσματα ήταν οι Metallica, ο Marilyn Manson, οι Cradle Of Filth, οι Nirvana, οι Mortiis και… η Björk. Δανειζόμουν cd της Björk από τη βιβλιοθήκη και τα έγραφα σε κασέτα.
Δεν υπήρχε το διαδίκτυο τότε και ανακάλυπτα καινούρια πράγματα είτε στόμα με στόμα, είτε από την τοπική βιβλιοθήκη είτε από τα δισκάδικα. (Το Kerrang! και το Metal Hammer έπαιξαν ρόλο αργότερα)
Αφού καταβρόχθισα τα πάντα από τις μπάντες που ανέφερα, διψούσα για πιο ακραία και σκοτεινή μουσική. Τελικά ανακάλυψα τους Emperor (λόγω του πρώην μπασίστα τους Mortiis) και τους Burzum. Από εκεί και πέρα μπορείτε να καταλάβετε τι μπάντες ακολούθησαν.
Για πολύ καιρό το black metal ήταν τα πάντα για μένα. Είχα γίνει ένας από αυτούς τους ενοχλητικούς, σκατοκέφαλους ελιτιστές. Ευτυχώς μεγάλωσα. Ακόμα μου αρέσει όταν οι μπάντες φορούν corpse paint όταν παίζουν live ακόμα και αν η θάλασσα των i-Phones έχει καταστρέψει την ατμόσφαιρα που θυμάμαι ως εμπειρία παλιά στα χρόνια των nokia.
Νομίζω πως η μεγάλη λίστα των αγαπημένων μου σχημάτων είναι αρκετά παρόμοια με εκείνη της πλειοψηφίας των black metal fans οπότε θα αναφέρω μερικές μπάντες που υπήρξαν σημαντικές για μένα μέσα στα χρόνια: Windir, Vreid (ολόκληρο το Sognametal είδος είναι εξαιρετικό), Primordial, Burzum, Bathory, Rimfrost (και δεν το λέω έτι, τσεκάρετε το νέο τραγούδι A Clash Under The Northern Wind και θα με καταλάβετε) Crown of Asteria (ΚΑΝΕΙΣ δε γράφει καλύτερο ambient black metal), Wyrd, Dissection, Silencer, Peste Noire, Slegest, Draugurinn, Downfall of Nur, Turdus Merula, Gallhammer Forteresse, Summoning, Midnight Odyssey, Falkenbach, Isengard, Paysage d’Hiver, Walknut and Kalmankantaja. Όπως βλέπεις είναι μια εκλεκτική συλλογή, δεν κολλάω σε κάποιο subgenre της black metal.
Πέρα από το black metal, μου αρέσει πολύ η μουσική των Mirel Wagner, Paleowolf, CocoRosie, Soap&Skin, τα πρώτα έργα του Eivør Pálsdóttir, Chelsea Wolfe, Fever Ray, Wardruna, Tanya Tagaq και Darkher. Αυτό το διάστημα απολαμβάνω τα νέα albums των Björk και Fever Ray. Επίσης έχω ξετρελαθεί με το Sorni Nai των Φιλανδών Kauen. Είναι ένας δίσκος εμπνευσμένος από το τα τραγικά γεγονότα στο Dyatlov Pass.
D.P.: Αυτόν τον καιρό δουλεύεις πάνω σε ένα αφηγηματικό dark ambient project με την Meghan Wood των Crown of Asteria. Θέλεις να μας πεις μερικά πράγματα για αυτό το project;
Το αρχικό πλάνο για το Arctic Fever ήταν ένα περιοδεύον show με αφήγηση και ζωντανή μουσική αλλά δεν ευδοκίμησε.
Έχοντας αφήσει το project ανενεργό για ένα διάστημα, μου ήρθε η ιδέα να προσεγγίσω τη Meghan. Είχα εμμονή με τη μουσική της για αρκετό καιρό και πίστευα πως ήταν από τους λίγους ανθρώπους που μπορούσε να του δώσει ζωή.
Το να δουλεύω με τη Meghan ήταν ένα όμορφο όνειρο. Ο επαγγελματισμός της είναι πηγή έμπνευσης και το ταλέντο της δε γνωρίζει όρια. Είχα σκαλώσει με αυτό που κατάφερε να στήσει. Η μουσική της σε ταξιδεύει στο βορρά και σε αφήνει εκεί. Δεν έχω φύγει από την Αρκτική από τότε που ξεκίνησε η συνεργασία μας.
Το “Arctic Fever” είναι ένα album που επικεντρώνεται στο λιώσιμο της Αρκτικής. Μέσω της αφήγησης και της dark ambient μουσικής δείχνει πως οι καταστροφικές αλλαγές επηρεάζουν τις ζωές των ανθρώπων, της χλωρίδας και της πανίδας του μακρινού βορρά.
Καθώς ο ακροατής πληροφορείται για το τι συμβαίνει τώρα στο βορρά, έχει επίσης την ευκαιρία να φανταστεί πως ήταν η ζωή στην κορυφή του κόσμου, πριν η Αρκτική δεχτεί την κατάρα του ουίσκι, της οργανωμένης θρησκείας, των ασθενειών και της θερμότητας.
Το “Arctic Fever” είναι ένας φόρος τιμής στον αρκτικό κύκλο και σε όλους αυτούς που κατοικούν εκεί και αντιμετωπίζουν σε πραγματικό χρόνο το λιώσιμο των πάγων και την εξαφάνιση του βορρά όπως τον ήξεραν για πάντα.
D.P.: Από που πηγάζει ο ενθουσιασμός σου για τις κουλτούρες του βορρά;
K.M.: Με ενθουσίαζαν πάντα πολύ οι βόρειες ιθαγενικές κουλτούρες και από νεαρή ηλικία διάβαζα για ινδιάνικους πληθυσμούς της Αμερικής. Η μητέρα μου ήταν ακτιβίστρια για το περιβάλλον και μαζί με τις σκανδιναβικές επιρροές, η κουλτούρα των Ινδιάνων ήταν αρκετά συνυφασμένη με την καθημερινότητά μας. Τα αδέρφια μου και εγώ βασιζόμασταν στη δύναμη των ονειροπαγίδων μικροί για να εγκλωβίζουμε τους εφιάλτες μας.
Καθώς μεγάλωνα ο ενθουσιασμός μου εκτείνονταν ακόμα πιο βόρεια, στον αρκτικό κύκλο, τους ανθρώπους του, τα τοπία και τα ζώα του. Ο σεβασμός και το δέος που με γεμίζει όταν σκέφτομαι αυτές τις αξιοθαύμαστες ψυχές και τη γη τους είναι βαθιά συναισθήματα. Η θλίψη που κατακλύζει την καρδιά μου όταν σκέφτομαι την εξαφάνιση του κόσμου και των εθίμων τους είναι αμέτρητη. Δε μπορώ να γράψω γι’αυτό.
Θα έλεγα πως σήμερα είναι κάτι παραπάνω από ενθουσιασμός. Είναι τόσο βαθιά ριζωμένο μέσα μου, που βρίσκω τον εαυτό μου ανίκανο και απρόθυμο να απομακρυνθεί. Αποτελεί φιλοδοξία μου το να γίνω μια ευρέως αναγνωρισμένη συγγραφέας, εξειδικευμένη στην Αρκτική και τις βόρειες χώρες. Ελπίζω πως το 2018 θα είναι η χρονιά που θα συμβεί αυτό.
D.P.: Στο σύγχρονο μετα-καπιταλιστικό κόσμο που το τεχνο-βιομηχανικό σύμπλεγμα ελέγχει κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής και της φύσης, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων που ψάχνει πνευματική ουσία σε αυτές τις κουλτούρες. Δυστυχώς, αυτό συχνά οδηγεί στη μισαλλοδοξία και το δυνάμωμα ακροδεξιών ιδεολογιών. Ποια είναι η άποψή σου για αυτό;
K.M.: Αυτή τη φορά θα είμαι σύντομη.
Θέλω να καταστήσω απόλυτα σαφές το ότι δεν έχω καμιά σχέση με την άκρα δεξιά και τις ιδεολογίες της. Βρίσκω αυτήν την κατάσταση ιδιαίτερα θλιβερή και θεωρώ πως συχνά το θέμα υποβιβάζεται στα social media.
Προσπαθώ να μένω μακριά από αυτές τις μαλακίες και να μην τους δίνω χρόνο σκέψης. Δυστυχώς πολλοί από τους φίλους μου που είναι ιδιαίτερα παθιασμένοι με τη βόρεια κληρονομιά τους αλλά δεν έχουν καμιά σχέση με την άκρα δεξιά, έχουν βρεθεί στη θέση να πρέπει να υπεραμυνθούν των πιστεύω τους δημόσια στο διαδίκτυο.
Δεν έχω να πω κάτι άλλο πάνω σε αυτό.
D.P.: Πρόκειται να κυκλοφορήσεις μια νέα ποιητική συλλογή το Δεκέμβριο με τον τίτλο “My Father, The Wendigo”. Μπορείς να μας πεις μερικά πράγματα για αυτό;
K.M.: Πήρα τον τίτλο από ένα από τα αγαπημένα μου ποιήματα της συλλογής. Ο πατέρας ενός νεαρού αγοριού πηγαίνει στο δάσος για να μαζέψει το θήραμα από τις παγίδες που έχει στήσει και γυρνάει σπίτι αλλαγμένος. Το wedigo τυχαίνει να είναι ένα από τα αγαπημένα μου κακόβουλα πνεύματα των βόρειων δασών.
Η συλλογή έχει μεγάλη ποικιλία και εμπεριέχει δεκάδες ποιήματα που θέματα που με ενθουσιάζουν, όπως η απώλεια της αθωότητας, οι συνέπειες του θανάτου, η απόκτηση θάρρους και το θέλγητρο μιας νέας ζωής.
Σε ένα ποίημα, ένας νεαρός Φιλανδός πηγαίνει στο πρώτο του κυνήγι Kahru, του βασιλιά του δάσους, σε ένα άλλο αποδίδω τιμές στο τόσο μισημένο σαλιγκάρι και σε κάποιο άλλο στοχάζομαι πάνω στα συναισθήματα μου όταν είδα για πρώτη φορά το μωρό μου στο υπερηχογράφημα.
D.P.: Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
K.M.: Κατά σύμπτωση στη σημερινή μου λίστα ήταν ο σχεδιασμός των στόχων μου για το Δεκέμβριο και το 2018.
Το πρόγραμμά μου για το άμεσο μέλλον (Δεκέμβριος) είναι αρκετά φορτωμένο. Πρόκειται να κυκλοφορήσει το Arctic Fever (21η Δεκεμβρίου), το “My Father The Wendigo” και μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο “The Dead Walk Backwards”.
Ασχολούμαι με τη δημιουργία φωτογραφιών και πρόκειται να ξανα-στοκάρω το μαγαζί μου στο Redbubble και να ξεκινήσουμε ένα καινούριο μαγαζί μαζί με το studio Vida Design. Επίσης θα διαθέσω μερικά τυπωμένα έργα μέσω του Etsy. Περισσότερες λεπτομέρειες για τα παραπάνω θα ανακοινωθούν στο μέλλον!
Το 2018 το blog μου Wyrd Words & Effigies θα περάσει λίγο σε δεύτερη μοίρα, ώστε να ξεκινήσω ένα καινούριο που θα αφορά τον αρκτικό κύκλο και τις βόρειες χώρες. Επίσης, αν όλα πάνε καλά (αν μπορέσω να ολοκληρώσω το πλάνο μου) θα ξεκινήσω έναν εκδοτικό οίκο με το όνομα Cold Places Press ο οποίος θα εκδίδει λογοτεχνικό υλικό που σχετίζεται με την Αρκτική και τη Σκανδιναβία.
Το 2018 θα βγουν και κάποια νέα βιβλία μου συμπεριλαμβανομένων ενός τόμου σχετικά με τις εμπειρίες μου από τη σουηδική κουλτούρα και τους ανθρώπους της, της ένατης ποιητικής συλλογής μου και μια συλλογή διηγημάτων που βασίζονται στη ψυχική ασθένεια.
Ελπίζω πως το 2018 θα είναι η χρονιά που θα μπορώ επιτέλους να συντηρώ την οικογένειά μου δουλεύοντας full-time ως λογοτέχνιδα, blogger και εκδότρια.
Πέρα από την καριέρα μου, το 2018 θα είναι μια χρονιά που θα επικεντρωθώ στην οικογένειά μου προσπαθώντας να πετύχω μια ισορροπία καθώς θα γίνω για πρώτη φορά μητέρα. Ως έφηβη μου είχαν πει πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μη μπορέσω να κάνω παιδιά, επομένως όλη αυτή η εμπειρία είναι κάτι ιδιαίτερα ξεχωριστό.
Μπορείτε να βρείτε το πλούσιο καλλιτεχνικό υλικό της Katie εδώ.
Μπορείτε να διαβάσετε παλαιότερη συνέντευξη μου με την Meghan Wood εδώ.